Τρίτη 30 Ιουνίου 2009

Scarlet's Witch (2009)


Scarlet's Witch (2009)
"Scarlet's Witch" is short of a Brothers Grimm tale about a young girl named Scarlet. She is a lonely girl, with no friends. She wants a friend more than anything, even if it means finding them in the woods, where someone else that is lonely smiles and waits for a friend.
I won't say more to spoil the plotline of this modern cautionary tale for those who might wish to see it. I highly recommend this movie, as well as his other YouTube indie short films. They're all the more amazing when you realize that Fred Rabbath works with no budget, one camera, one microphone, and puts all his movies together on his home computer. The results are surprisingly professional, given the limitations Rabbath Productions is under.
He builds an incredible sense of menace visually around the woods, which almost becomes a character in its own right. From the very first shot of a lonely road rolling behind a car, surrounded by these woods, the whole tone of the movie is set. The lush wood shots are thick and heavy, almost suffocating. One scene I particularly like is a shot of this ancient-looking, huge gnarled oak that seems almost to have arms instead of branches, seeming to draw unsuspecting people into the danger that lies within the woods.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2009

Michael Jackson - Dirty Diana


You'll never make me stay
So take your weight off of me
I know your every move
So won't you just let me be
I've been here times before
But I was to blind to see
That you seduce every man
This time you won't seduce me

She's saying that's ok
Hey baby do what you please
I have the stuff the you want
I am the thing that you need
She looked me deep in the eyes
She's touchin' me so to start
She says there's no turnin' back
She trapped me in her heart

Dirty Diana, nah
Dirty Diana, nah
Dirty Diana, no
Dirty Diana
Let me be!

Oh no...
Oh no...
Oh no...

She likes the boys in the band
She knows when they come to town
Every musician's fan after the
curtain comes down
She waits at backstage doors
For those who have prestige
Who promise fortune and fame
A life that's so carefree

She's says that's ok
Hey baby do what you want
I'll be your night lovin' thing
I'll be the freak you can taunt
And I don't care what you say
I want to go too far
I'll be your everything
If you make me a star

Dirty Diana, nah
Dirty Diana, nah
Dirty Diana, no
Dirty Diana...
Dirty Diana, nah
Dirty Diana, nah
Dirty Diana, nah
Dirty Diana, no
Dirty Diana...
Diana!
Diana!
Dirty Diana!
It's Dia...aa...aa...ana!

She said I have to go home
'Cause I'me real tired you see
But I hate sleppin' alone
Why don't you come with me
I said my baby's at home
She's problably worried tonight
I didn't call on the phone to
Say that I'm alright

Diana walked up to me,
She said I'm all yours tonight
At that I ran to the phone
Sayin' baby I'm alright
I said but unlock the door.
Because I forgot the key.
She said he's not coming back
Because he's slepping with me

Dirty Diana, nah
Dirty Diana, nah
Dirty Diana, nah
Dirty Diana, no
*********************************
Dirty Diana by Michael Jackson
Album: Bad Released: 1987
US Chart: 1 UK Chart: 4
Jackson wrote this song, which is about a particularly aggressive groupie. "Billie Jean" was another Jackson composition where he wrote about a groupie/stalker.

The guitar solo was by Steve Stevens, Billy Idol's guitar player.

When this went to #1 in the US, Jackson became the first and only artist with 5 #1 hits from the same album. The previous 4 were "I Just Can't Stop Loving You," "Bad," "The Way You Make Me Feel," and "Man In The Mirror."

Michael Jackson (1958 - 2009)

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2009





Και οπως λεει και ενας φιλος... Του Χρονου... Καιγομαι!! :)

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009

DNA


Παρόλο που βαριότανε τις ομιλίες, τις διαλέξεις και τέτοια, αυτή τη φορά δεν θα τη γλύτωνε: Ο καλύτερος φίλος του, ειδικευμένος σε θέματα προγεννητικής ψυχολογίας θα έκανε ανακοίνωση για τα αποτελέσματα σαράντα χρόνων έρευνάς του πάνω στο θέμα. Του είχε κρατήσει θέση στην πρώτη σειρά μαζί με τους επισήμους.
Στα πρώτα κι όλας λεπτά της ομιλίας, ένοιωσε ένα σφίξιμο στο στομάχι του και με κόπο συγκράτησε τα δάκρυα που ένοιωσε να ανεβαίνουν στα μάτια του, καθώς άκουγε το φίλο του να λέει: «Η προγεννητική ψυχιατρική, αρχίζοντας από το 1960 με τη χρήση μιας ομάδας ψυχοτρόπων φαρμάκων και μέσα από συνεδρίες βαθειάς ψυχοθεραπείας, οδηγήθηκε σε ευρήματα σύμφωνα με τα οποία: σοβαρές ψυχικές διαταραχές – όπως η κατάθλιψη, η νεύρωση, η μανιοκατάθλιψη, οι ψυχοσωματικές αντιδράσεις – έχουν σχέση με δυσάρεστες συναισθηματικές συνθήκες στη διάρκεια της ενδομήτριας ζωής, μεγάλου αριθμού ατόμων που παρουσιάζουν τέτοιου είδους ψυχικές ασθένειες…».
Ο νους του για δευτερόλεπτα έτρεξε στην κόρη του, τριανταπεντάρα πια, που την είχε μεγαλώσει μόνος του, καθώς η μητέρα της είχε πεθάνει λίγες μέρες μετά τη γέννα. Προσπάθησε να συγκεντρωθεί και πάλι στην ομιλία.
«… Σύμφωνα με την τελική επεξεργασία του υλικού των συνεδριών οι ασθενείς αυτοί κατά την διάρκεια των συνεδριών αναβίωναν συναισθήματα που προκλήθηκαν από «ερεθίσματα – μηνύματα», εκπορευόμενα από το μητρικό σώμα κατά την ενδομήτρια ζωή τους, μητρικά ερεθίσματα συγκινησιακού χαρακτήρα που έθεταν υπό αμφισβήτηση την ύπαρξή τους, την παρουσία τους μέσα στην μήτρα, δίνοντας ένα αίσθημα θανάτου ή μητρικά ερεθίσματα που αντιστρατεύονταν ακόμα και την ταυτότητα του φύλου τους. Εδώ μπορούμε να κάνουμε την υπόθεση ότι «στο στάδιο της σύλληψης, καθώς και των υπολοίπων 9 μηνών της κύησης αυτών των ασθενών, με κάποια άλλη διεργασία που πηγάζει από τη μητέρα και ειδικότερα με την έκλυση νευροπεπτιδίων ως αποτέλεσμα των συναισθημάτων της μητρός ως προς το κύημα, τροποποιείται εν δυνάμει το κυτταρικό περιεχόμενο και κάποια στιγμή στο μέλλον, υπό ειδικές συνθήκες, εκδηλώνονται όλες αυτές οι διαταραχές»; Μήπως και οι δύο διαταραχές οφείλονται σε μία κοινή αιτία, που είναι η μνήμη και η οποία έχει ξεκινήσει με τις απορρίψεις κατά την ενδομήτρια ζωή τους;…».
Τώρα πια ο νους του έφυγε μακριά κι άρχισε να βλέπει τη ζωή του σαν ταινία.
Λίγες εβδομάδες μετά το γάμο τους, η γυναίκα του έμεινε έγκυος. Ήταν στα εικοσιπέντε τους και οι δύο. Από την αρχή έκαναν σχέδια για το πώς θα το βγάλουν αν είναι αγόρι και πώς αν είναι κορίτσι – εκείνες τις εποχές δεν μπορούσες να ξέρεις το φύλλο του παιδιού πριν γεννηθεί – πού θα μπει το κρεβατάκι του, τι χρώμα ρουχαλάκια ν’ αρχίσουν να παίρνουν και τέτοια. Όμως, λίγο πριν κλείσει τον τρίτο μήνα το μωρό, έπαψε «να μεγαλώνει», έγινε διακοπή της εγκυμοσύνης, κι αναγκαστικά η γυναίκα του έκανε απόξεση για να καθαρίσει η μήτρα της από το νεκρό έμβρυο. Πριν περάσει, όμως, ένας χρόνος ξανάμεινε έγκυος. Πάλι ενθουσιασμός, πάλι σχέδια, αλλά και πάλι το ίδιο τέλος, εκεί γύρω στον τρίτο μήνα. Αυτή η ιστορία επαναλήφθηκε άλλες δύο φορές. Την πέμπτη φορά που έμεινε έγκυος, έξη μήνες μετά την πρώτη εγκυμοσύνη, αποφάσισαν να πάνε σε ένα ειδικό ορμονολόγο, που από την πρώτη στιγμή άρχισε μία ειδική ορμονική θεραπεία. Όταν στον τρίτο μήνα, τους ανήγγειλε με βεβαιότητα ότι αυτό το παιδί θα γεννιόταν, εκείνος πέταξε από τη χαρά του, ενώ η γυναίκα του που είχε τρομάξει από τις τέσσερις προηγούμενες φορές ήταν πιο διστακτική. Όσο προχωρούσε η εγκυμοσύνη της τόσο πιο ανήσυχη έδειχνε, κάπνιζε συνέχεια, και κάποιες φορές πεταγόταν στον ύπνο της κι έλεγε να πάνε να κάνουν έκτρωση! Εκείνος της έδινε κουράγιο, μέχρι που τους τρεις τελευταίους μήνες ο γιατρός τής έδωσε ηρεμιστικά. Κι έφτασε η μέρα της γέννας. Η γυναίκα του μπήκε στο χειρουργείο στις 8 το πρωί και μέχρι τις δύο μεσημέρι δεν είχε γεννήσει, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε στην αίθουσα αναμονής ο γιατρός και τον φώναξε. «Λυπάμαι πολύ, αλλά θα πρέπει να διαλέξεις», του είπε, «γιατί υπάρχει περίπτωση να χάσουμε τη γυναίκα σου. Αλλιώς θα πρέπει να αποφασίσεις να μη ζήσει το παιδί». Τα ‘χασε. Όλη η ιστορία έμοιαζε με ένα κακό εφιάλτη. Το κεφάλι του πήγαινε να σπάσει. Ήθελε τόσο πολύ αυτό το παιδί, αλλά… «Θέλω να ζήσει η γυναίκα μου», είπε μετά από λιγότερο από ένα λεπτό. «Εντάξει», είπε ο γιατρός και βγήκε από την πόρτα του χειρουργείου. Μισή ώρα αργότερα, άκουσε από τα μεγάφωνα το όνομά του και πέρασε κι αυτός την πόρτα του χειρουργείου, όπου εκεί τον περίμενε μια νοσοκόμα με ένα πλαστικό καροτσάκι που είχε μέσα ένα μωρό που κοιμόταν ήσυχο. «Κοριτσάκι», του είπε η νοσοκόμα, βγάζοντας ένα λευκό πανάκι που κάλυπτε το κάτω μέρος του σώματος του μωρού, κι ύστερα πιάνοντας από τους αστραγάλους τα δυο μικρά ποδαράκια, τα άνοιξε για να δει ο πατέρας από μόνος του το φύλλο της κόρης του. Η θέα αυτού του μέρους του γυναικείου σώματος που τόσο είχε ποθήσει στη ζωή του, τώρα του δημιουργούσε απίστευτα συναισθήματα τρυφερότητας, έτσι γυμνό, απροστάτευτο, ευαίσθητο και ευάλωτο που το είχε μπροστά του. Αυτό το συναίσθημα, μαζί με όσα ακολούθησαν τους επόμενους μήνες, για τούτο σημείο του γυναικείου σώματος, θα τον ακολουθούσε σε όλη του τη ζωή. Η νοσοκόμα ξανασκέπασε το μωρό και πήρε το καροτσάκι μέσα στο χειρουργείο, ενώ εμφανίστηκε ο γιατρός. «Η γυναίκα μου», τον ρώτησε εκείνος με αγωνία, «θα ζήσει»; «Ας ελπίσουμε ότι θα τα καταφέρει», απάντησε ο γιατρός αγκαλιάζοντάς τον από τον ώμο, «αλλά πολύ φοβάμαι… Επέμενε πολύ να το γεννήσει ζωντανό… Πήγαινε στο δωμάτιο, σε κάνα τέταρτο θα την φέρουν».
Λίγο αργότερα, καθόταν δίπλα της στο κρεβάτι και της χάιδευε το κεφάλι. «Είδες τι όμορφη που είναι;» του ψιθύρισε εκείνη με κόπο, μισανοίγοντας τα μάτια της. «Κούκλα», της απάντησε εκείνος, «κούκλα» και τα μάτια του βούρκωσαν. «Θέλω να σου πω κάτι», συνέχισε εκείνη με κλειστά μάτια, «αν δεν ζήσω, σου έχω αφήσει ένα γράμμα στο κουτί με τα κοσμήματα, που είναι στο κομοδίνο της κρεβατοκάμαρας…». «Έλα, άσε τις μαλακίες και κοιμήσου τώρα», της είπε εκείνος χαϊδεύοντάς την.
Ύστερα από τρεις μέρες η γυναίκα του πέθανε. Την επόμενη μέρα, έφυγε από την κλινική μόνος του, με το μωρό στην αγκαλιά του και παρέα μία φίλη τους παιδίατρο. Εκείνη ήταν που του έδειξε πώς να πλένει και να καθαρίζει το μωρό, πώς να το αλλάζει, πώς να ετοιμάζει το γάλα του, πώς να το ταΐζει και διάφορα άλλα.

Από εκείνη την ημέρα, η ζωή του άλλαξε εντελώς. Καθώς δεν υπήρχε κανείς να τον βοηθήσει, άρχισε να κοιμάται στο δωμάτιο του μωρού, για να το ακούει και να το ταΐζει στις 2 και στις 6 το πρωί και να το καθαρίζει κάθε φορά που ήταν λερωμένο. Η καθημερινή επαφή με αυτό το σημείο του γυναικείου σώματος – και μάλιστα σε αυτή την κατάσταση που έπρεπε να καθαρίσει – ήρθε και βάθυνε όσα ένοιωσε την πρώτη στιγμή που το αντίκρισε στο νοσοκομείο. Καθώς δεν υπήρχαν ούτε μάνα ούτε πεθερά για να τον βοηθήσουν, αναγκάστηκε να πάρει μια γυναίκα για να μένει όλη τη μέρα στο σπίτι με το μωρό. Όμως, δεν άφηνε ούτε αυτήν να δώσει γάλα στο μωρό με το μπιμπερό. Αυτό το έκανε πάντα εκείνος, κάθε τέσσερις ώρες στην αρχή και κάθε έξι μετά. Ακόμα και όταν ήταν στη δουλειά του, είχε πει το πρόβλημά του κι έφευγε για να πάει στην κόρη του. «Πας για να θηλάσεις πάλι;» του έκαναν πλάκα κάθε φορά που έβγαινε από το γραφείο του.
Τα χρόνια πέρασαν χωρίς να τα καταλάβει. Το μωρό έγινε κοριτσάκι που πήγαινε νηπιαγωγείο, δημοτικό… Τώρα πια δεν τη «θήλαζε», υπήρχε γυναίκα που φρόντιζε το σπίτι και το φαΐ, αλλά εκείνος την κατέβαζε το πρωί στο σχολικό, την τάιζε τα βράδια, την έβαζε στο κρεβάτι και της έλεγε κάθε βράδυ ένα παραμύθι πριν κοιμηθεί. Τα καλοκαίρια, πηγαίνανε οι δυο τους διακοπές και της έμαθε να κολυμπάει, να κάνει ποδήλατο κι αργότερα να πηγαίνει στον κοντινό φούρνο για ψωμί ή στο περίπτερο για εφημερίδα.

Το χειμώνα, όταν το κοριτσάκι άρχισε να πηγαίνει σε πάρτι, ήταν υποχρεωμένος τα πρώτα χρόνια του νηπιαγωγείου και του Δημοτικού, να κάθεται μαζί της σε όλο το πάρτι. Ήταν ο μόνος πατέρας ανάμεσα στις μαμάδες που είχαν φέρει τα παιδιά τους. Εκεί ήταν που γνώρισε μια χωρισμένη κυρία, ερωτεύτηκαν κι αποφάσισαν να παντρευτούν. Η στιγμή που το ανήγγειλε στην κόρη του ήταν ζόρικη, γιατί εκείνη έβαλε τα κλάματα καθώς νόμισε ότι ο πατέρας της θα την άφηνε κι αυτός τρόμαξε να την πείσει ότι θα ήταν καλύτερα, αφού τώρα θα είχε και έναν αδελφό που θα μπορούσε να παίζει μαζί του. Το κοριτσάκι ήταν πια οχτώ χρονών.
Και ήρθε η μέρα της μετακόμισης, λίγες μέρες πριν γίνει ο γάμος. Όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε ξανακοιμηθεί στην κρεβατοκάμαρα που κοιμόντουσαν με τη γυναίκα του. Όταν η κόρη του έγινε τριών χρονών, της έδωσε εκείνης το δωμάτιο κι αυτός έκανε κρεβατοκάμαρά του το παιδικό δωμάτιο, φροντίζοντας να μην κοιμηθεί ποτέ στο ίδιο κρεβάτι με την κόρη του, ακόμα κι όταν εκείνη τον «εκβίαζε» με τα νάζια της ή με το κλάμα της. Όλα τα έπιπλά του και της κόρης του θα τα μετακόμιζαν στο μεγαλύτερο σπίτι που νοίκιασαν. Λίγες μέρες πριν, άρχισε να μαζεύει σε κούτες τα πράγματα. Κάποια στιγμή, ήρθε η ώρα να αδειάσει και το κομοδίνο της παλιάς του κρεβατοκάμαρας. Ήταν η πρώτη φορά μετά από οχτώ χρόνια, που άνοιγε τα συρτάρια του κομοδίνου. Εκεί ήταν και το κουτί με τα κοσμήματα της γυναίκας του που, πριν πεθάνει, του είχε πει ότι μέσα εκεί θα έβρισκε ένα γράμμα που του είχε γράψει. Σταμάτησε για λίγο κρατώντας το στα χέρια του συγκινημένος. Γύρισε μαλακά το μικρό κλειδάκι που ήταν πάνω στο κουτί και το άνοιξε. Μέσα, κάτω από τα κοσμήματα, ήταν ένα χαρτί διπλωμένο στα τέσσερα χωρίς φάκελο. Το άνοιξε και το διάβασε. «Δημήτρη. Έχω ένα κακό προαίσθημα ότι δεν πρόκειται να ζήσω μετά τη γέννα. Παιδεύτηκα πολύ πριν αποφασίσω να σου γράψω αυτό το γράμμα. Αλλά επειδή έτσι κι αλλιώς έχω αποφασίσει ότι, αν ζήσω, θα σου πω αυτό που θα διαβάσεις, κατέληξα να το κάνω. Πρώτ’ απ’ όλα θα ήθελα να σου πω, αφού θα διαβάσεις το γράμμα μόλις γυρίσεις σπίτι, ότι αν το μωρό είναι κοριτσάκι – όπως προαισθάνομαι – θα ήθελα να το βγάλεις Νίκη, επειδή κατάφερε να νικήσει όλα τα προβλήματα που είχα στις προηγούμενες εγκυμοσύνες και στη δική της και να γεννηθεί». Σταμάτησε για λίγο να διαβάζει το γράμμα και σκέφτηκε: «Τι περίεργο! Την έβγαλα Νίκη για τον ίδιο λόγο, χωρίς να έχω διαβάσει τότε το γράμμα. Ξανάρχισε να διαβάζει. «Εκείνο που θέλω να σου πω και που με βασάνισε στους εννιά μήνες της εγκυμοσύνης είναι ότι την ίδια μέρα που ύστερα από πολύ καιρό κάναμε οι δυο μας έρωτα κι έμεινα έγκυος, την ίδια μέρα το απόγευμα, είχα κάνει έρωτα για πρώτη φορά και με έναν άνθρωπο που είχα ερωτευτεί. Όταν έδειξε το τεστ ότι είμαι έγκυος μου ήρθε τρέλα, αλλά μετά σκέφτηκα ότι κι αυτό δεν θα γεννηθεί όπως και τα προηγούμενα τέσσερα και ησύχασα. Όσο προχωρούσε η εγκυμοσύνη και δεν έχανα το παιδί, τόσο έμπαινα στην κόλαση. Δεν ήξερα τι να κάνω: Να σου πω αυτό που είχε γίνει και να κάνω έκτρωση ή να το κρατήσω, αφού πιθανόν να ήταν και η τελευταία μου ευκαιρία να κάνω παιδί ύστερα από τόσες αποτυχίες; Τελικά το κράτησα και αποφάσισα ότι κάποια στιγμή θα στο πω. Τον τελευταίο μήνα κάτι μου έλεγε μέσα μου ότι μπορεί και να μην ζήσω μετά τη γέννα κι έτσι αποφάσισα να σου αφήσω αυτό το γράμμα. Σ’ αγαπώ. Συγνώμη. Να είστε και οι δύο καλά».
Τελειώνοντας το γράμμα τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα. Για εκείνη. Που δεν έζησε να δει την κόρη της… Που πέρασε όλη αυτή την κόλαση μόνη της… Ώστε γι’ αυτό πεταγόταν τις νύχτες κι έλεγε να πάει να κάνει έκτρωση… Γι’ αυτό κάπνιζε σαν φουγάρο κι έπαιρνε στο τέλος ηρεμιστικά… Κι η Νίκη; Ίσως να μην είναι κόρη του… Χαμογέλασε… Ξαναδίπλωσε το γράμμα στα τέσσερα όπως το είχε βρει και ήσυχα έσκισε το χαρτί σε πολλά μικρά κομματάκια και το πέταξε στο καλάθι με τα σκουπίδια. Ύστερα συνέχισε το πακετάρισμα.
Στα επόμενα χρόνια που πέρασαν αυτό το γράμμα θάφτηκε μέσα του. Η κόρη του μεγάλωνε μαζί με την καινούργια του οικογένεια. Ήταν ζόρικο κορίτσι. Με πολλά πάνω κάτω και έντονες αντιδράσεις. Στα δεκατρία έκανε μια απόπειρα αυτοκτονίας για ένα αγόρι. Στα δεκαέξι το έσκασε για μερικές μέρες από το σπίτι… Στα είκοσι δοκίμασε ναρκωτικά, αλλά βγήκε πολύ γρήγορα… Κάποια στιγμή δοκίμασε να κάνει ψυχανάλυση, αλλά γρήγορα της φάνηκε άχρηστο και το παράτησε. Άλλωστε ο πατέρας της ήταν πάντα εκεί γι’ αυτήν και του έλεγε τα πάντα. Σπούδασε γραφικές τέχνες κι έπιασε αμέσως δουλειά. Στα 22 παντρεύτηκε και στα 25 χώρισε, χωρίς να αφήσει ποτέ τον άντρα της να κάνουν παιδί. Στα 26 εξαφανίστηκε από τη δουλειά της και από τον πατέρα της, στέλνοντάς του μήνυμα, «Μη με ψάξεις. Θα σε πάρω εγώ. Η ψυχή μου είναι με σωληνάκια. Θα γίνω καλά». Ξαναγύρισε ύστερα από τρεις μήνες κι έδειχνε καλά. Άρχισε πάλι να δουλεύει. Πού και πού έκανε διάφορες εκρήξεις, αλλά έχοντας περάσει πια τα τριάντα έδειχνε να έχει κατασταλάξει. Το μόνο που δεν είχε αλλάξει ήταν η ένταση που ένοιωθε και τα μεγάλα πάνω και κάτω.
Καθώς σκεφτόταν αυτά, ο διπλανός του ανασηκώθηκε στο κάθισμά του και τον σκούντησε φέρνοντάς τον πίσω στην αίθουσα της ομιλίας του φίλου του. Δεν είχε καταλάβει πόση ώρα είχε πάψει να τον ακούει, αλλά η ομιλία έμοιαζε να πλησιάζει στο τέλος της και ξανάδωσε την προσοχή του σ’ αυτήν.
«…Κάτω από ορισμένες συνθήκες είναι δυνατόν για ένα άτομο να ανακληθούν από τη μνήμη του, επιθυμίες υπαρξιακού αφανισμού όπως αυτές είχαν μεταφερθεί από την εγκυμονούσα μητέρα του σε αυτό, όντας έμβρυο. Τέτοιες συνθήκες μπορεί να είναι η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου (εισπράττεται ως απόρριψη) στο οποίο το υποκείμενο είναι προσκολλημένο ή η συναισθηματική απόρριψη από έναν ερωτικό σύντροφο, η αποτυχία μιας εξέτασης, μια δημόσια προσβολή ή ακόμα μια παρατήρηση από τον δάσκαλο ή τον προϊστάμενο. Ένα τέτοιο απορριπτικό και φοβογόνο ερέθισμα όπως τα παραπάνω, περνώντας βαθύτερα μέσα στο νευρικό σύστημα του ατόμου, συντονίζεται με κάτι ανάλογο, κάτι γνώριμο, σε κυτταρικό επίπεδο και τότε αναδύεται αυτούσιος ο υπαρξιακός φόβος όπως τον βίωσε το άτομο ως έμβρυο, κυριαρχώντας ασυνείδητα σε όλα τα επίπεδα του ψυχισμού του, επηρεάζοντας την εσωτερική του ισορροπία, με αυτοκαταστροφική τάση και αυτοαπόρριψη ή διαταράσσοντας τις σχέσεις του με το εξωτερικό περιβάλλον με επιθετική ή και καταστροφική συμπεριφορά απέναντι σε ανθρώπους και οικοσύστημα. Κάτω από τέτοιες συνθήκες απόρριψης, λοιπόν, το κάθε κύτταρο ξαναζεί την ανάμνηση αφανισμού του όπως την δέχθηκε στα πρώτα στάδια της δημιουργίας του, κάτι που διαταράσσει την εναρμόνιση του με το φυσικό περιβάλλον και τότε το επίπεδο συνείδησης όλων αυτών των ζωντανών κυττάρων του έμβιου συστήματος (κάτι που θα μπορούσαμε να το πούμε ψυχή) αποφασίζει την αποδέσμευσή του από την ύλη και κατ’ επέκταση από τον πόνο, αποζητώντας την λύτρωση. Με ποιο τρόπο όμως; Ίσως με αυτοκτονικές τάσεις, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν υλοποίηση της επιθυμίας της «μήτρας-μητέρας», όταν ευχότανε το θάνατο του εμβρύου που κυοφορούσε δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για αξεπέραστο ψυχικό πόνο, ή με πιο χρόνιες διαδικασίες αυτοεξόντωσης, όταν το άτομο αδυνατεί να ξεπεράσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, καταφεύγοντας, λόγου χάρη στο αλκοόλ ή στην υπερβολική ταχύτητα ώσπου να πέσει πάνω σε κάποιο εμπόδιο ή τον πιο αργό θάνατο, κάνοντας χρήση ναρκωτικών ή με την εκδήλωση κάποιας αυτοάνοσης ασθένειας…».
Όλα αυτά που άκουγε, ταίριαζαν με την περίπτωση της κόρης του. Οι τελευταίες φράσεις τον έπεισαν. Τώρα πια είχε πάρει την απόφασή του. Θα μιλούσε στην κόρη του για το γράμμα της μάνας της και θα της έδινε την ομιλία του φίλου, πιστεύοντας ότι έτσι τη βοηθούσε να γνωρίσει τον εαυτό της καλύτερα. Ίσως έτσι να ξεμπέρδευε μια για πάντα με τα διάφορα ψυχολογικά της προβλήματα. Η ομιλία του φίλου του έφτασε στο τέλος της.
«Η κάθε υποψήφια μητέρα θα πρέπει να ενημερώνεται από το γυναικολόγο της ή από κοινωνικό λειτουργό, που θα έχουν εκπαιδευτεί στην προγεννητική, για την τεράστια ευθύνη που φέρνει απέναντι στο κύημά της, απέναντι σε ένα ανθρώπινο ον που κάποια στιγμή στο μέλλον θα ενταχθεί στην κοινωνία μας και αλίμονο εάν μέσα του κουβαλάει την αίσθηση του υπαρξιακού θανάτου διότι δύο τινά θα συμβούν: ή θα κινηθεί αυτοκαταστροφικά με τάσεις αυτοκτονίας, με χρήση ναρκωτικών -αναζητώντας έτσι λίγη γαλήνη από αυτή που δεν του προσφέρθηκε από την μητέρα τότε που θα έπρεπε να είχε προσφερθεί- ή με την εκδήλωση κάποιας ασθένειας, υπακούοντας στην τότε επιθυμία της μάνας να το εξοντώσει μέσα στην μήτρα της· ή, το δεύτερο, θα σπείρει τον θάνατο γύρω του (π.χ. χουλιγκανισμός) εκδικούμενο για τον πόνο που ένοιωσε στο παρελθόν και από τον οποίο δεν απαλλάχθηκε ποτέ, εφόσον δεν κατάφερε να επιλύσει τα προβλήματά του».
Όταν άδειασε η αίθουσα, πλησίασε το φίλο του και του ζήτησε το κείμενο της ομιλίας του. «Τι το θέλεις», τον ρώτησε εκείνος. «Για να το δώσω στην κόρη μου. Σου έχω πει την ιστορία με τη μάνα της…». Ο φίλος του τον αγκάλιασε από τον ώμο και του είπε: «Γι΄αυτό επέμενα να έρθεις σήμερα. Θα σου στείλω το κείμενο με e-mail».
Το ίδιο μεσημέρι πήρε την κόρη του τηλέφωνο. «Θέλω να τα πούμε το βράδυ, μωρό μου», της είπε, «έχεις να κάνεις τίποτε»;. «Όχι. Να τα πούμε, μπαμπά. Σαν πολύ σοβαρό σ’ ακούω. Τι τρέχει»; «Θα σου πω το βράδυ», της είπε εκείνος. «Θα πάμε για κεφτεδάκια στο ταβερνάκι της γειτονιάς σου», τον ρώτησε. Ήταν ένα μικρό ταβερνάκι κοντά στο σπίτι του, ένα από τα λίγα που είχαν απομείνει στην Αθήνα, έτσι όπως ήταν παλιά. «Όχι», της είπε, «καλύτερα να είμαστε στο σπίτι». «Εντάξει, μπαμπά, κατά τις οχτώ».
Παρακάλεσε τη γυναίκα του να τον αφήσει το βράδυ μόνο στο σπίτι κι έτσι κάθισαν με την κόρη του στο σαλόνι. «Τι ήθελες να μου πεις, λοιπόν» τον ρώτησε εκείνη.
Της έδωσε την ομιλία που την είχε τυπώσει. «Διάβασε», της είπε, «κι εγώ πάω να φτιάξω κάτι να τσιμπήσουμε». Σηκώθηκε και την άφησε μόνη. Ύστερα από κανένα τέταρτο γύρισε κουβαλώντας σ’ ένα δίσκο δυο μεγάλες σαλάτες που είχε φτιάξει, φρυγανισμένο ψωμί και κόκκινο κρασί.
«Γιατί μου το ‘δωσες να το διαβάσω αυτό», τον ρώτησε η κόρη του.
Και τότε της διηγήθηκε όλη την ιστορία με το γράμμα και την εγκυμοσύνη της μάνας της. Όταν τέλειωσε, τα μάτια και των δυο είχαν βουρκώσει. Εκείνη τον αγκάλιασε κι έμεινε για λίγο ακουμπισμένη στον ώμο του. Ύστερα, τραβήχτηκε και τον κοίταξε στα μάτια. «Και δεν έκανες εξέταση αίματος δική σου και δική μου για να δεις αν είμαι κόρη σου»; «Όχι», απάντησε εκείνος. «Γιατί; Δεν είχες περιέργεια», επέμενε εκείνη. «Καμία απολύτως», της απάντησε κουνώντας το κεφάλι του και χαμογελώντας αδιόρατα. Τα μάτια της νεαρής γυναίκας γυάλισαν σκανταλιάρικα. «Τότε, μπαμπά, δεν υπήρχε εξέταση DNA, ε»; «Όχι», της απάντησε, «γιατί ρωτάς»; Τώρα η νέα γυναίκα είχε πάρει ένα παιδιάστικο πονηρό ύφος. «Πάμε να κάνουμε την εξέταση μπαμπά»; «Τι χαζομάρες είναι αυτές», της είπε εκείνος ενοχλημένος. «Έλα μπαμπάκα μου…», συνέχισε εκείνη με ένα ναζιάρικο ύφος, όπως όταν ήταν μικρό κοριτσάκι και του κλαιγόταν να της πάρει κάποιο παιχνίδι. «Σε παρακαλώ μπαμπακούλη μου, μη μου λες όχι… θα πεθάνω από την περιέργειά μου…», επέμενε κι έριξε το κεφάλι της, όπως όταν ήταν μικρή, πάνω στην κοιλιά του. Κι εκείνος, ασυνείδητα της χάιδεψε τα μαλλιά όπως έκανε τότε. Κι όπως και τότε δεν μπορούσε να της αρνηθεί τίποτα, έτσι και τώρα μετά από λίγο, οι αντιρρήσεις του εξαφανίστηκαν. Της είπε ότι θα πάρει τηλέφωνο το φίλο του που είχε κάνει την ομιλία για να του βρει εργαστήριο, αλλά εκείνη τον σταμάτησε. «Όχι, μπαμπά. Δεν θα το πούμε σε κανένα. Αυτό θα είναι το μυστικό μας για πάντα». Σηκώθηκε και τον τράβηξε στο μικρό γραφείο του, που είχε στο σπίτι. Πήγε στο ανοιχτό κομπιούτερ, μπήκε στο Google κι έγραψε: «Τεστ πατρότητας DNA». «Πω, πω…» έκαναν κι οι δύο ταυτόχρονα, βλέποντας τα αποτελέσματα της αναζήτησης.
Κρυφά από όλους, την άλλη μέρα πρωί πρωί, πήγαν μαζί στο εργαστήριο που είχαν διαλέξει. Τους πήραν το δείγμα από τη βλεννογόνο του στόματος που χρειαζόταν, κι εκείνος πλήρωσε και παρακάλεσε να πάρει τα αποτελέσματα όσο πιο γρήγορα γινόταν. Συμφωνήθηκε να πάνε την άλλη μέρα το μεσημέρι. Έφυγαν από το εργαστήριο με ένα περίεργο σφίξιμο στο στομάχι. Την πήγε με το αυτοκίνητό του σπίτι της και σ’ όλο το δρόμο δεν είπαν λέξη. Την ώρα που κατέβαινε η κόρη του από το αυτοκίνητο, τη ρώτησε: «Να ‘ρθω αύριο να σε πάρω να πάμε μαζί»; «Όχι, θα βρεθούμε εκεί», του είπε και μπήκε σπίτι της.
Οι επόμενες τριάντα ώρες ήταν βασανιστικές και για τους δύο. Αυτός είχε μετανιώσει που δέχτηκε να κάνει το τεστ κι εκείνη είχε πέσει σε βαθιά μελαγχολία. Αυτός δεν πήγε στο γραφείο του και κατέβηκε στη θάλασσα, κι εκείνη έμεινε κλεισμένη στο σπίτι της κοιτάζοντας τις φωτογραφίες της μάνας της, που της είχε χαρίσει ο πατέρας της. Ο πατέρας της;…
Συναντήθηκαν το άλλο μεσημέρι έξω από το εργαστήριο και μπήκαν μαζί μέσα. Δεν περίμεναν πολύ στο μικρό σαλόνι. Ο γιατρός που είχε αναλάβει τη δική τους εξέταση, ήρθε και τους έδωσε ένα κλειστό φάκελο. Κοιτάχτηκαν στα μάτια και χωρίς να χρειαστεί να πουν τίποτα, συμφώνησαν σιωπηλά να μην ανοίξουν το φάκελο εκεί μέσα. Μόλις βγήκαν έξω, εκεί στο πεζοδρόμιο μπροστά στο εργαστήριο, εκείνος άνοιξε το φάκελο κι έβγαλε το χαρτί με τη διάγνωση. Το κοίταξαν και δύο μαζί. Το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό. Δεν ήταν, λοιπόν, κόρη του. Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα που έμοιαζαν αιώνες, έχοντας και οι δύο μια αίσθηση ότι η γη είχε σταματήσει να γυρίζει. Ύστερα κοιτάχτηκαν. Τα μάτια τους ήταν πλημυρισμένα από δάκρυα και από μια αγάπη απέραντη του ενός για τον άλλον, που έβγαινε μέσα από τα βάθη της ύπαρξής τους. Κι ύστερα χαμογέλασαν με μια τεράστια τρυφερότητα και γλύκα. Πρώτη μίλησε εκείνη: «Πάμε για κεφτεδάκια τώρα, μπαμπά»; «Πάμε μωράκι μου», της είπε, καθώς εκείνη πέρναγε το χέρι της γύρω από τη μέση του, κι εκείνος το δικό του πάνω από τους ώμους της, ενώ με το ελεύθερο χέρι του, τσαλάκωνε το φάκελο και το χαρτί της εξέτασης, μέχρι που τα έκανε και τα δύο ένα μικρό μπαλάκι και σημαδεύοντας τον κάδο με τα σκουπίδια που ήταν στην άκρη του δρόμου, το πέταξε – σχεδόν παιχνιδιάρικα – προς τα ‘κεί βρίσκοντας κατ’ ευθείαν το στόχο του. Κι ύστερα, αγκαλιασμένοι οι δυο τους σφιχτά, έτσι όπως δεν είχαν αγκαλιαστεί ποτέ πριν, προχώρησαν προς το αυτοκίνητό του, για να πάνε στο ταβερνάκι της γειτονιάς του για κεφτεδάκια.

Νικος Πιλαβιος

Τρίτη 23 Ιουνίου 2009

Οι Γερμανοί ξανάρχονται... (1948)



Οι Σακελλάριος-Γιαννακόπουλος επιδίωκαν μέσω του σεναρίου τους -όπως έχει πει ο πρώτος- να καυτηριάσουν την εμφύλια σύγκρουση που ακολούθησε της απελευθερώσεώς μας από τις δυνάμεις κατοχής. Ουσιαστικά η ταινία καταδείχνει περιτράνως τον εγωϊσμό και την αχαριστία των Ελλήνων, όπου η παντελής έλλειψη ομονοίας ανέκαθεν επισκίαζε όλα τα προτερήματα που μας χαρακτηρίζουν ως έθνος.

Ανεμενόμενη η εξαιρετική πλοκή και το μοναδικό σενάριο της ταινίας, όπου πλαισιώνεται από ένα εξαίσιο καστ ηθοποιών με πρωταγωνιστή τον Βασίλη Λογοθετίδη. Χωρίς να υστερεί απολύτως κανείς από πλευράς ερμηνείας, μεγαλύτερη αίσθηση κάνει η παρουσία του Χρήστου Τσαγανέα, όπου ο ιδιάζων ρόλος του προσφέρει εκλεπτισμένο χιούμορ, ενώ οι φράσεις του εξακολουθούν να υιοθετούνται στη μορφή ατάκας έως τις μέρες μας.
Ατάκες: Άνθρωποι άνθρωποι! Αιμοχαρείς, αιμοδιψείς και αιμοβόροι! Προς τι το μίσος και η αλληλοεξόντωσις; Προς τι ο αλληλοσπαραγμός; Πού είναι οι άνθρωποι;


Σοφο εργο.... και παντα επικαιρο...

Κυριακή 21 Ιουνίου 2009

Αυτο που εμεις λεμε Μπαμπα..

The corner stone of the family.
A Tower of respect and admiration.
His wife at his side.
His children before him.
Lovingly cherished by his family.
Through his words of wisdom and encouragement.
his children grow in knowledge and are blessed to have him.
Exercising his right of authority to maintain peace,balance and harmony.
Guiding and instructing his little ones.
Sacrificing his life for the family.
Providing shelter and sustenance so that may all survive.
He contemplates and marvels at his greater achievement,a family,the monument to his life.
A great treasure without measure.
Protecting,caring and nurturing his greatest asset for the benefit of his lineage.
Making sure that all is safe.
Till, he takes his last breath.
Our friend,
Our father,
He is our Dad

by Armand Dunk

Saturday Movies

Awake (2007)

While undergoing open heart surgery, a man's failed anesthetic leaves him completely alert, but paralyzed and unable to tell his doctors.
In "Awake," a psychological thriller that tells the story of a man undergoing heart surgery while experiencing a phenomenon called "anesthetic awareness," which leaves him awake but paralyzed throughout the operation. As various obstacles present themselves, his wife must make life-altering decisions while wrestling with her own personal drama.
Hayden Christensen,Jessica Alba,Terrence Howard.

***********************************************
Passengers (2008)

After a plane crash, a young therapist, Claire, is assigned by her mentor to counsel the flight's five survivors. When they share their recollections of the incident -- which some say include an explosion that the airline claims never happened -- Claire is intrigued by Eric, the most secretive of the passengers. Just as Claire's professional relationship with Eric -- despite her better judgment -- blossoms into a romance, the survivors begin to disappear mysteriously, one by one. Claire suspects that Eric may hold all the answers and becomes determined to uncover the truth, no matter the consequences.
Anne Hathaway,Patrick Wilson,Andre Braugher

**************************************
Untraceable (2008)

A secret service agent, Jennifer Marsh, gets caught in a very personal and deadly cat-and-mouse game with a serial killer who knows that people (being what they are - both curious and drawn to the dark side of things) will log onto an "untraceable" website where he conducts violent and painful murders LIVE on the net. The more people who log on and enter the website, the quicker and more violently the victim dies.
Diane Lane,Billy Burke,Colin Hanks.

Σάββατο 20 Ιουνίου 2009

Queen - You Don't Fool Me


You dont fool me
You dont fool me...
Da, da da da dah
Da da da dah
Da da dah...

You dont fool me - those pretty eyes
That sexy smile - you dont fool me
You dont rule me - youre no surprise
Youre telling lies - you dont fool me
Mmm, mama said be careful of that girl
Mama said you know that shes no good
Mama said be cool, dont you be no fool
Yup bup ba ba ba ba da da da dah!
You dont fool me
You dont fool me, you dont fool me
Shell take you
You dont fool me, and break you
You dont rule me, you dont fool me
You dont fool me, shell take you
You dont fool me, and break you
Sooner or later youll be playing by her rules

Baby you dont fool me, yeah
You dont fool me, you dont have to say dont mind
You dont have to teach me things I know
Sooner or later youll be playing by her rules
Oh, (fool you) oh, (rule you) shell take you (take you)
And break you (break you)
Yeah

Mama said be cool
Mama said shell take you for a fool
Shell take you, and break you
Ba ba ba ba bap bap ba baah
La la la la la lah
You dont fool me
You dont fool me...

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2009

Walt Disney 1923


Alice's Wonderland - 1923
Alice visits Disney's cartoon studio where the cartoons jump off the page. Later on, she sleeps and dreams that she has gone to Cartoonland where she is able to interact with the cartoon characters.
Director : Walt Disney
Camera:Ub Iwerks,Rudolph Ising
Technical Direction:Hugh Harman,Carmen Maxwell
Live Actors:Virginia Davis (Alice)
Margaret Davis (Alice's mother ... Virginia Davis' mother in real life)
Walt Disney (animator)
Ub Iwerks (animator)
Hugh Harman (animator)
Rudolph Ising (animator)

The first "Alice" short.

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2009

The Triumph of Achilles - Franz Matsch


κλικ στην εικονα για μεγενθυση

Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ

Είναι μια μεγαλειώδης παράσταση (ελαιογραφία) ζωγραφισμένη πάνω σε μουσαμά από τον Αυστριακό καλλιτέχνη Franz Matsch το 1892.Βρισκεται μεσα στο Αχίλλειο,το παλατι της Αυτοκράτειρας της Αυστροουγγαρίας Ελισσάβετ, γνωστή Σίσσι και τον Κάιζερ της Γερμανίας Γουλιέλμο Β. Καλύπτει όλο τον τοίχο στο τέλος της σκάλας και φαίνεται καλύτερα από τη μεγάλη σιδερένια πόρτα που βγάζει στο περιστύλιο και στους κήπους του Αχιλλείου. Κατά την Ιλιάδα, που κεντρικό της θέμα έχει την οργή του Αχιλλέα εναντίον του Αγαμέμνονα διότι του έκλεψε την Βρυσηίδα οι Αχαιοί συνάντησαν πολλά προβλήματα όταν ο γενναιότερος από τους βασιλείς αποφάσισε να απόσχει από τις μάχες. Γι'αυτόν το λόγο ο επιστήθιος φίλος του Πάτροκλος του ζήτησε την πανοπλία και το άρμα του για να εκφοβίσει μ'αυτήν τους Τρώες που νικούσαν τότε τους Ελληνες. Ο Αχιλλέας δεν αρνήθηκε αλλά του έθεσε τον όρο να κυνηγήσει μόνον τους εχθρούς μέχρι τα πλοία. Ο Πάτροκλος όμως ενθουσιασμένος από τα αποτελέσματα παρασύρθηκε σε μάχη όπου τον σκότωσε ο 'Εκτορας ο αρχιστράτηγος των Τ ρώων, γιός του Πριάμου, του πήρε την πανοπλία και σκότωσε τον αμαξηλάτη του Εύμορφο. 'Ομως τα άλογα του γύρισαν πίσω μόνα τους. Τότε ο Διομήδης έπεισε τον Αχιλλέα να ξαναβγεί στη μάχη. Η μητέρα του η Θέτιδα παρήγγειλε άλλη πανοπλία στον 'Ηφαιστο και μ . αυτή ο Αχιλλέας έσπειρε τον τρόμο στους Τ ρώες που κλείστηκαν μέσα στα τείχη τους. Ο 'Εκτορας όμως έπρεπε να μείνει και να πολεμίσει για την ζωή του. Αυτόν άλλωστε ήθελε ο Αχιλλέας. Στη μονομαχία που ακολούθησε ο Αχιλλέας τον σκότωσε παίρνοντας εκδίκηση για το θάνατο του φίλου του και εν συνεχεία τον έδεσε κάτω από το άρμα του, σέρνοντάς τον τρεις φορες γύρω από τα τείχη της Τροίας. Καθώς θριαμβεύει κρατά το ακόντιο, την Ιωνική του ασπίδα καθώς και την περικεφαλαία του, που ξαναπήρε από τον 'Εκτορα. Ο γενναίος αμαξηλάτης Εύμηλος παρασύρει τα αθάνατα άλογα του Αχιλλέα Ξάνθο (σύμφωνα με τον 'Ομηρο του είχε δώσει η .Ηρα ανθρώπινη φωνή) και Βαλίο σε μια ξέφρενη κούρσα μπροστά στις Σκαιές πύλες της Τροίας. Πίσω τους ακολουθούν οι πολεμιστές του Μυρμιδόνες με προεξέχοντα τον αρχηγό τους Μενέσθιο.Το επικό αυτό έργο αποτελεί το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στο Ανάκτορο, τόσο για την αξία του, όσο και για την φημολογία, που το ακολουθεί. Σύμφωνα με αυτή, ο ζωγράφος αυτοκτόνησε, γιατί δεν πέτυχε να δώσει κίνηση στον τροχό του άρματος του Αχιλλέα, που παραμένει στάσιμος.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΡΙΑΜΒΟ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ

Η παράσταση κατά την γνώμη μας δείχνει από μόνη της, πόσο έχει μελετήσει τον 'Ομηρο ο καλλιτέχνης προσθέτοντας στην ζωγραφική του τέχνη τις γνώσεις, που ο ίδιος είχε αποκομίσει, Ο στάσιμος τροχός στο άρμα του Αχιλλέα δείχνει ότι ο πίνακας έχει ζωγραφιστεί με βάση τις Ρωμαϊκές αρματοδρομίες. Συνεπώς, αν και οπτικώς φαίνεται λάθος, εν τούτοις ήταν ο μόνος τρόπος ώστε να απεικονιστεί η χρονολογική τοποθέτηση του περιστατικού , όπως το περιγράφει ο αιώνιος ποιητής, Το άφθαρτο σώμα του 'Εκτορα το οποίο έχει μείνει ανέπαφο παρ' όλο που σέρνεται κάτω από το άρμα του Αχιλλέα έχει κι αυτό την εξήγησή του. Σύμφωνα με την Ιλιάδα, τον νεκρό 'Εκτορα τρύπησαν με τα ακόντιά τους ως είθιστο όλοι οι Αχαιοί πολεμιστές. 'Ομως ο θεός Απόλλωνας που προστάτευε τους Τρώες τον λυπήθηκε και κρατούσε το σώμα του ανέπαφο μέχρι την ταφή του, Το σώμα του Αχιλλέα δεν παρουσιάζεται μυώδες και το πρόσωπό του είναι αγγελικό αν και ο ήρωας παίρνει εκδίκηση για τον θάνατο του φίλου του, στην σορό του οποίου έχει εναποθέσει τα πλούσια ξανθιά μαλλιά του που έχει κόψει, Επιθυμία της Ελισάβετ ήταν να τονιστεί η αγγελική. σχεδόν κοριτσίστικη ομορφιά του τρομερού αυτού πολεμιστή, έτσι όπως αυτή τον αγαπούσε. Αυτή η αντίθεση είναι όλο το μεγαλείο του πίνακα, όπως και η οφθαλμαπάτη που συμβαίνει με το πρώτο λευκό άλογο, το οποίο ακολουθεί το άρμα, Ο καλλιτέχνης έχει ζωγραφίσει την σκιά στο λαιμό του κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το κεφάλι του αλόγου να φαίνεται ότι γυρίζει καθώς μετακινείται ο επισκέπτης. Τέλος ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στον αγκυλωτό σταυρό. ο οποίος κάνει την εμφάνισή του στις Σκαιές(Δαρδάνειες πύλες) της Τροίας. Αρχαίο ιερογλυφικό σύμβολο που βρέθηκε στο Νεπάλ, έγινε αργότερα σύμβολο του Ρα (θεού του 'Ηλιου) στην Μεσοποταμία. Αφού διαδόθηκε από τους Φοίνικες, απετέλεσε το έμβλημα στο 'Ηλιο (Τροία). Τελευταία του εμφάνιση γίνεται στην Ναζιστική σημαία, όταν ο Αδόλφος Χίτλερ το περιέκλεισε λοξό σε κόκκινο κύκλο για να συμβολίζει την δύναμη του Γ’ Ράιχ.

πηγή

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009

Summer Storm - Thessaloniki

Πανω που στρωθηκα να δω το Χαρα - Αγνοειται... τσουφ και πανε τα φωτα ολα..........







κλίκ για μεγενθυση


πηγή

Χρήση Μηχανημάτων και κανονες Ασφαλείας στις Επιχειρήσεις

Στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος 2009 μας παρουσιάστηκε θεματική ενότητα:
""Χρήση Μηχανημάτων και κανονες Ασφαλείας στις Επιχειρήσεις".
επίσης εγινε ανασκοπηση της ασκησης του σβκ,προετοιμασια ασκησης επομενου σαββάτου και προετοιμασια εκδρομης επομενης κυριακής.
H συνάντηση πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Κ1-13 του Καυτανζογλείου Εθνικού σταδίου.

Κυριακή 14 Ιουνίου 2009

Άσκηση έρευνας διάσωσης σε ανοικτές περιοχές

Άσκηση έρευνας διάσωσης σε ανοικτές περιοχές
Σαββάτο - Κυριακή 13- 14 Ιουνίου 2009.
Στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος 2009 πραγματοποιήθηκε άσκηση έρευνας και διάσωσης σε ανοικτές περιοχές.

Στην διάρκεια της άσκησης αναπτύχθηκαν:
> Βάση επιχειρήσεων (BOO)
> Συντονιστικό κέντρο (OSOCC)
> Κέντρο υποδοχής / αναχώρησης (RDC)

Παρουσιάστηκαν επαναληπτικά και εφαρμόστηκαν οι ενότητες :
> Χρήση σκοινιών (βασικές γνώσεις)
> Τηλεπικοινωνίες στης επιχειρήσεις
> Τακτικές έρευνας (POD/POA/POS)





Σάββατο 13 Ιουνίου 2009

Σύννεφα : Cirrostratus

Cirrostratus Clouds
sheet-like and nearly transparent

Τα σύννεφα Cirrostratus ειναι σαν ολοκληρα φυλλα χαρτιου, υψηλού επιπέδου σύννεφα και αποτελουνται από κρυστάλλους πάγου. Αν και τα cirrostratus μπορουν να καλύψουν το σύνολο του ουρανού και να είναι έως και αρκετές χιλιάδες πόδια πάχους, είναι σχετικά διαφανής, ετσι ο ήλιος και η σελήνη μπορεί εύκολα να ειναι ορατοι μέσω αυτών. Αυτα τα υψηλού επιπέδου σύννεφα συνήθως σχηματίζονται οταν ένα μεγαλο στρώμα του αέρα ανυψωνετε κατά μεγάλης κλίμακας σύγκλισης.

Μερικές φορές, η μόνη ένδειξη για την παρουσία τους δίνεται από ένα φωτοστέφανο που φαίνεται γύρω από τον ήλιο ή φεγγάρι. Το φωτοστεφανο ειναι αποτέλεσμα από τη διάθλαση του φωτός από τους παγοκρυσταλλους του σύννεφου. Τα Cirrostratus σύννεφα, όμως, τείνουν να πυκνώνουν, όπως ένα θερμό μέτωπο προσεγγίσης, που σημαίνει αύξηση της παραγωγής παγοκρυστάλλων. Ως αποτέλεσμα, το φωτοστέφανο σταδιακά εξαφανίζεται και ο ήλιος (ή φεγγάρι) είναι λιγότερο ορατά.









Πέμπτη 11 Ιουνίου 2009

Pink Floyd - Comfortably Numb



Hello.
Is there anybody in there?
Just nod if you can hear me.
Is there anyone home?

Come on, now.
I hear youre feeling down.
Well I can ease your pain,
Get you on your feet again.

Relax.
I need some information first.
Just the basic facts:
Can you show me where it hurts?

There is no pain, you are receding.
A distant ships smoke on the horizon.
You are only coming through in waves.
Your lips move but I cant hear what youre sayin.
When I was a child I had a fever.
My hands felt just like two balloons.
Now I got that feeling once again.
I cant explain, you would not understand.
This is not how I am.
I have become comfortably numb.

Ok.
Just a little pinprick. [ping]
Therell be no more --aaaaaahhhhh!
But you may feel a little sick.

Can you stand up?
I do believe its working. good.
Thatll keep you going for the show.
Come on its time to go.

There is no pain, you are receding.
A distant ships smoke on the horizon.
You are only coming through in waves.
Your lips move but I cant hear what youre sayin.
When I was a child I caught a fleeting glimpse,
Out of the corner of my eye.
I turned to look but it was gone.
I cannot put my finger on it now.
The child is grown, the dream is gone.
I have become comfortably numb.
****************************************
Comfortably Numb by Pink Floyd
Album: The Wall Released:
1979

Roger Waters wrote the lyrics. While many people thought the song is about drugs, Waters claims it is not. The lyrics are about what he felt like as a child when he was sick with a fever. As an adult, he got that feeling again sometimes, entering a state of delirium, where he felt detached from reality.

In a radio interview around 1980 with Jim Ladd from KLOS in Los Angeles, Waters said part of the song is about the time he got hepatitis but didn't know it. Pink Floyd had to do a show that night in Philadelphia, and the doctor Roger saw gave him a sedative to help the pain, thinking it was a stomach disorder. At the show, Roger's hands were numb "like two toy balloons." He was unable to focus, but also realized the fans didn't care because they were so busy screaming, hence "comfortably" numb. He said most of The Wall is about alienation between the audience and band.

Dave Gilmour wrote the music while he was working on a solo album in 1978. He brought it to The Wall sessions and Waters wrote lyrics for it.

Gilmour believes this can be divided into 2 sections, dark and light. The light are the parts that begin "When I was a child...," which Gilmour sings. The dark are the "Hello, is there anybody in there" parts, which are sung by Waters.

Waters and Gilmour had an argument over which version of this to use on the album. They ended up editing 2 takes together as a compromise. Dave Gilmour said in Guitar World February 1993: "Well, there were two recordings of that, which me and Roger argued about. I'd written it when I was doing my first solo album [David Gilmour, 1978]. We changed the key of the song's opening the E to B, I think. The verse stayed exactly the same. Then we had to add a little bit, because Roger wanted to do the line, 'I have become comfortably numb.' Other than that, it was very, very simple to write. But the arguments on it were about how it should be mixed and which track we should use. We'd done one track with Nick Mason an drums that I thought was too rough and sloppy. We had another go at it and I thought that the second take was better. Roger disagreed. It was more an ego thing than anything else. We really went head to head with each other over such a minor thing. I probably couldn't tell the difference if you put both versions on a record today. But, anyway, it wound up with us taking a fill out of one version and putting it into another version."

This was the last song Waters and Gilmour wrote together. In 1986 Waters left the band and felt there should be no Pink Floyd without him.

When they played this on The Wall tour, a 35 foot wall was erected between the band and the audience as part of the show. As the wall went up, Gilmour was raised above it on a hydraulic lift to perform the guitar solo. It was his favorite part of the show.

http://www.songfacts.com/detail.php?id=1697

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Κέδρινος Λοφος

Σάββατο 6 Ιουνίου 2009

Η Λιάνα Παπάκη

Εκεί που καθόμουν προχθές μπροστά στο κομπιούτερ μου για να απαντήσω στα e-mails μου, μου φάνηκε ότι άκουσα κάτι σαν κάποιο παιδάκι να μιξοκλαίει. Κοίταξα γύρω μου και δεν ήταν κανείς. Πρόσεξα καλύτερα και τότε κατάλαβα ότι αυτός ο ήχος ερχόταν από το κομπιούτερ μου και μάλιστα από κάποιο e-mail! Μεγάλωσα όλα τα γράμματα και πρόσεξα ότι το κλάμα ερχόταν από μία διεύθυνση. Έσκυψα πιο πολύ και μου φάνηκε ότι είδα να πέφτουν δάκρυα από ένα @ παπάκι, ή αλλιώς το «ΑΤ» που λέμε και υπάρχει σε όλες τις διευθύνσεις e-mail! «Απίστευτο», μουρμούρισα.
«Ααααχ»… Αναστέναξε το «παπάκι».
«Καλά, θα τρελαθώ! Αυτό το “παπάκι” αναστενάζει!»
«Δεν είμαι τέτοιο παπάκι που νομίζεις, είμαι κανονικό παπάκι».
«Α, γι’ αυτό μπορούμε και μιλάμε. Κατά βάθος είσαι ζώο, κι όχι σύμβολο κομπιούτερ. Και τι θες εδώ», το ρωτάω.
«Κι εσύ πώς γίνεται και μιλάς μαζί μου», με ρωτάει.
«Έχω ένα μαγικό γιλέκο, που μου το έκανε δώρο μια νεράιδα, κι όταν το φοράω, μιλάω με τα ζώα, με τα φυτά και τα πράγματα, και με λένε Παραμυθά, αλλά πρώτη φορά μιλάω με μια διεύθυνση e-mail»!
«Δεν είμαι διεύθυνση e-mail, είμαι το παπάκι της διεύθυνσης».
«Και πώς βρέθηκες εδώ»;
«Αααχ…», αναστέναξε το παπάκι, «εμένα που με βλέπεις, ήμουν ένα πραγματικό παπάκι, που ζούσα δίπλα σε μια λίμνη μαζί με την οικογένειά μου. Το όνομά μου είναι Λιάνα.»
«Τι μου λες», είπα έκπληκτος. «Είσαι και κορίτσι, δηλαδή! Η Λιάνα το παπάκι. Και τι συνέβη κι έγινες παπάκι σε διεύθυνση e-mail»;
«Να, πριν λίγο καιρό, ήρθε μια μάγισσα δίπλα στη λίμνη μας κι έγραφε στο κομπιούτερ της. Τότε δεν ήξερα ακόμα τι είναι κομπιούτερ, κι όπως είχε το κομπιούτερ της στα γόνατά της, εγώ πήδηξα εκεί και το κουτσούλισα».
«Ωχ», είπα εγώ, καθώς φαντάστηκα τι θα έγινε μετά.

«Και μόλις το έκανα αυτό, η μάγισσα θύμωσε πάρα πολύ και μου ‘πε: “Για να τιμωρηθείς γι’ αυτό που τόλμησες να κάνεις, θα σε κάνω από αληθινό παπάκι, παπάκι σε διεύθυνση e-mail και θα μείνεις για πάντα φυλακισμένη μέσα κομπιούτερ.”. και μόλις το είπε, μου έδωσε μια με το μαγικό της ραβδί στο κεφάλι μου κι έγινα παπάκι σε διεύθυνση e-mail. Έτσι από τότε, με στέλνουν μια από ‘δω και μια από ‘κει. Και δεν ξαναείδα από τότε τη μαμά μου, τον μπαμπά μου και τ’ αδέλφια μου…» είπε το παπάκι της διεύθυνσης e-mail που ήταν αληθινό παπάκι.
«Μη σε νοιάζει», λέω στο παπάκι, «τελειώσανε τα βάσανά σου». Και παίρνοντας το laptop μου, έτσι όπως ήταν ανοιχτό, στα χέρια μου, έφυγα πετώντας για το σπίτι της φίλης μου μάγισσας Κλοκλό.
«Τι έπαθες, καλέ Παραμυθά», μου λέει η Κλοκλό μόλις προσγειώθηκα στο σπίτι της. «Δουλεύεις το κομπιούτερ σου και πετώντας;»
«Όχι, Κλοκλό μου», της απαντάω, «θέλω τη βοήθειά σου για ένα παπάκι που μια μάγισσα το έκανε παπάκι διεύθυνσης e-mail».
Μόλις άκουσε την ιστορία η Κλοκλό, κούνησε το κεφάλι της και είπε: «Μμμ… Η μάγισσα Ντιλίτ! Μόνο αυτή κυκλοφορεί με laptop, και κάνει τέτοια πράγματα». Κι αμέσως μου πήρε το κομπιούτερ μου από τα χέρια, το έβαλε στα γόνατά της και είπε: «Χτύπα, χτύπα τα φτερά παπάκι, κι έβγα έξω στο καπάκι». Και μόλις το είπε αυτό, έδωσε μια κι έκλεισε με δύναμη το καπάκι του laptop μου που ήταν ανοιχτό. Και τότεεε… «τσουπ», εμφανίστηκε πάνω στο καπάκι ένα αληθινό παπάκι, που χτυπούσε τα μικρά φτερά του χαρούμενο!



Μόνο που είχε κάτι παράξενο: ήταν μπλε! «Ίσως έγινε μπλε από τον πολύ καιρό που έμεινε μέσα στο ιντερνέτ», σκέφτηκα και το ρώτησα: «Εσύ είσαι η Λιάνα το παπάκι»;
«Εγώ… εγώ…», μου απάντησε εκείνο χαρούμενο. «Δεν είμαι πια παπάκι σε διεύθυνση e-mail, αλλά αληθινό παπάκι».
«Και γιατί είσαι μπλε», το ρώτησα.
«Δεν ξέρω, έτσι γεννήθηκα».
«Καλά, έλα, τώρα», είπα, «πρέπει να σε πάω στη μαμά σου». Κι αφού ευχαρίστησα την Κλοκλό, φύγαμε πετώντας με το παπάκι για τη λίμνη που μου είπε ότι ζούσε η οικογένειά της.
Σε λίγο είμαστε στη λίμνη, κι όλη η οικογένεια έτρεξε ν’ αγκαλιάσει την Λιάνα το παπάκι. Όταν πέρασε η πρώτη συγκίνηση, πρόσεξα ότι τα αδελφάκια της Λιάνας ήταν άσπρα κι όχι μπλε όπως αυτή! Έτσι πλησίασα την κυρά πάπια και ρώτησα. «Πώς γίνεται κυρά πάπια και η Λιάνα είναι μπλε, ενώ όλα τα άλλα παιδιά σου είναι άσπρα»;
«Αχ, Παραμυθά», μου λέει εκείνη, «η Λιάνα δεν είναι παιδί μου. Εμφανίστηκε πριν λίγο καιρό από το πουθενά, εδώ δίπλα στο ποτάμι, κι έτσι όπως ήταν πεινασμένη κι έτρεμε από το κρύο, την πήρα μαζί με τα άλλα παιδιά μου κι εκείνα την αγάπησαν».
«Και δεν σου είπε, κυρά πάπια, από πού ήρθε και ποιοι είναι οι γονείς της», ρώτησα.
«Όχι», μου απάντησε η μαμά πάπια. «Όσες φορές κι αν την ρώτησα, δεν θυμάται τίποτα. Μόνο ότι την λένε Λιάνα».
Και τότε μια ιδέα μου πέρασε από το νου κι αν δεν την πραγματοποιούσα θα ‘σκαγα. Άλλωστε, όταν αρχίζει κανείς κάτι πρέπει να το πηγαίνει ως το τέλος. Έτσι, πήρα την άδεια από την κυρά πάπια και ξαναπετάξαμε μαζί με την Λιάνα το παπάκι, πίσω στη φίλη μου τη μάγισσα Κλοκλό.
«Τι έγινε πάλι Παραμυθά κι έφερες το παπάκι πίσω», με ρώτησε μόλις προσγειώθηκα μπροστά της κι εγώ της είπα:
«Κλοκλό μου, συμβαίνει κάτι παράξενο. Το παπάκι όπως βλέπεις είναι μπλε και δεν το γέννησε η κυρά πάπια που τη νομίζει μαμά του. Εμφανίστηκε στη λίμνη ξαφνικά από το πουθενά, κι όταν το ρωτήσανε από πού ήρθε δεν θυμόταν τίποτα. Μόνο ότι την λένε Λιάνα. Δεν κοιτάς στη μαγική κρυστάλλινη σφαίρα σου, να δούμε από πού μας ήρθε»;
Κι η Κλοκλό, ξεσκέπασε τη μαγική κρυστάλλινη σφαίρα της που ήταν πάνω στο τραπέζι, ψιθύρισε τα μαγικά της λόγια και σε λίγο στη μαγική κρυστάλλινη σφαίρα, εμφανίστηκε ένα κοριτσάκι κι αμέσως μετά δίπλα του μια κακάσχημη μάγισσα που του έκανε μάγια. Ύστερα η εικόνα έγινε θολή κι εξαφανίστηκε.
«Πω, πω…», έκανε η Κλοκλό. «Το παπάκι δεν είναι παπάκι. Είναι κοριτσάκι που μια κακιά μάγισσα, το έκανε παπάκι».
Γύρισα και κοίταξα τη Λιάνα το παπάκι. «Βρε Λιάνα μου», της είπα, «από τη μια μάγισσα πέφτεις στην άλλη. Έχεις μαγισσομαγνήτη»!
Κι αμέσως η Κλοκλό, έβαλε τη Λιάνα το παπάκι πάνω στο τραπέζι, πήρε το μαγικό ραβδί της, το ακούμπησε απαλά στο κεφάλι της Λιάνας και μουρμούρισε κάτι μαγικά λόγια. Και τότε… μπροστά μας εμφανίστηκε ένα πανέμορφο κοριτσάκι γύρω στα δώδεκα, με μεγάλα μπλε μάτια!
«Α, γι’ αυτό ήταν μπλε το παπάκι, πήρε το χρώμα από τα μάτια του κοριτσιού», μουρμούρισα.
Το κοριτσάκι κοιτούσε σαν χαμένο γύρω του.
«Πού είμαι; Πώς βρέθηκα εδώ», ρώτησε.
«Δεν θυμάσαι τι έχει γίνει» της λέω εγώ.
«Όχι, έπαιζα στην αυλή του σπιτιού μου και ξαφνικά βρέθηκα εδώ»!
«Πώς σε λένε, μωρό μου», τη ρώτησα.
«Λιάνα Παπάκη», μου λέει.
«Όχι, δεν είσαι πια παπάκι», της λέω, «είσαι κοριτσάκι».
«Το ξέρω», μου απαντάει εκείνο, «έτσι με λένε».
«Ε!…» έκανα εγώ σαν χαμένος. «Και τη μαμά σου και τον μπαμπά σου πώς τους λένε, τη ρώτησα.
«Μιχάλη Παπάκη και Χριστίνα Παπάκη», μου απάντησε το κοριτσάκι.
«Δηλαδή από πού είσαι», τη ρώτησα.
«Από την Κρήτη».
«Αααα…», άνοιξα δυο πήχες το στόμα μου! «Δηλαδή είσαι Κρητικιά και δεν είσαι παπάκι, αλλά Παπάκη, με ήτα».
«Ε, ναι…» μου είπε εκείνη και με κοίταξε με ένα βλέμμα σαν να μου έλεγε, «χαζός είσαι;»
Να μην σας τα πολυλογώ, καταλάβαμε ότι κοριτσάκι το έκανε για κάποιο άγνωστο λόγο η μάγισσα παπάκι, από το επίθετό της. Κι αφού η Λιάνα μας εξήγησε από ποιο χωριό της Κρήτης ήταν, την πήρα και την πήγα πετώντας εκεί, στο σπίτι της. Οι γονείς της που ήταν είχαν, όπως μου είπαν, για κανένα χρόνο χαμένη έκαναν σαν τρελοί από τη χαρά τους και μια φίλαγα κι αγκάλιαζαν τη Λιάνα και μια εμένα. Και το τι γιορτή έγινε δεν περιγράφεται. Τι πεντοζάλη, τι ρακές, τι μπαλοθιές, τι τρομερά φαγητά, πέσανε δεν περιγράφεται. Τρομερό γλέντι! Και γύρισα πίσω πετώντας την ώρα που ανέτελλε ο ήλιος…



Μμμ… Σας βλέπω να χαμογελάτε πονηρά και να σκέφτεστε ότι σας είπα κάποιο παραμύθι και πού τα βρίσκω όλα αυτά, ε; Χα! Αφού σας έχω πει ότι σας λέω τις περιπέτειές μου, γιατί δε με πιστεύετε; Για πηγαίνετε ΕΔΩ με ένα κλικ, και κοιτάξτε το «ΠΙ» στον τηλεφωνικό κατάλογο της Κρητηνίας. Κι αν δεν σας φτάνει αυτό, γράψτε «Παπάκης» στο Google και θα βρείτε: και Ντίνος Παπάκης, και Δημήτρης Παπάκης, και Νίκος Παπάκης και μέχρι ποδοσφαιριστή Παπάκη στην Αθλητική Ένωση Πολυκάστρου , για να μην πω ότι θα βρείτε και Πάνο Παπάκη, στο Face Book!
Αυτά, για να μάθετε να με πιστεύετε ότι σας λέω τις περιπέτειές μου κι όχι παραμύθια.

Πιλάβιος Νίκος

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2009

Εγώ και ο ... Θεός !


" ..."Έρχεσαι να μου μιλήσεις εσυ πνιγμένος στα προβλήματα σου.
Είσαι άρρωστος, αμάρτησες, εξώκειλες, σου είπαν έχεις καρκίνο και θα πεθάνεις.
Σου μιλάω εγώ... μου λες, λύθηκε το πρόβλημα μου...Μα πως;
Ο καρκίνος δεν θεραπεύθηκε, η εγχείρησις θα γίνει, τελικώς θα πεθάνεις.
Πως λύθηκε το πρόβλημα μου;
Πράγματι λύθηκε διότι άλλαξε το βίωμα σου.
Θεία ενέργεια φώτισε τα έγκατά σου.
Δεν λύνονται τα προβλήματά μας, διότι προκαλούνται απο τους άλλους και απο τις καταστάσεις.
Εν τούτοις το πρόβλημα δεν είναι οι άλλοι,αλλά η σχέσις μου με τον Θεό.
Εγώ και ο Θεός.

Όταν αυτήν την τακτοποιήσουμε , δεν υπάρχει πλέον πρόβλημα!... "

( Αρχ. Αιμιλιανού Σιμονοπετρίτου , Λόγος περί Νήψεως )

http://odevontas.blogspot.com

Παπαρίζου Ελενα - Heroes

Official song of the 19th European Athletics Championships 2006 (Sweden)



Desire the fire, it's haunting you
The passion and action you take me through
I'm living it, I'm loving it
This is where the dreams come alive
A shooting star in the night

Para siempre
Viva los heroes

To all the heroes, the rush of emotions
In this high and low, ah ay ah let's go
To all the heroes, we celebrate our nations
Let the whole world know, ah ay ah let's go
To all the heroes

Emotions are rushing out of control
A notion touching my body and soul
Can't fight it, can't hide it
Everything I'm feeling inside
Reflects the gold in your eyes

To all the heroes...

Viva los heroes, the rush of emotions
In this high and low ah ay ah let's go
Viva los heroes, we celebrate our nations
Let the whole world know ah ay ah let's go
Viva los heroes

Para siempre
Viva los heroes

Viva los heroes, the rush of emotions
In this high and low ah ay ah let's go
Viva los heroes, we celebrate our nations
Let the whole world know, ah ay ah let's go

To all the heroes, the rush of emotions
In this high and low ah ay ah let's go
To all the heroes, we celebrate our nations
Let the whole world know, ah ay ah let's go

To all the heroes

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2009

Οι Τηλεπικοινωνίες στις επιχειρήσεις SAR

Στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος μας παρουστιάστηκε η θεματική ενότητα:
""Οι Τηλεπικοινωνίες στις επιχειρήσεις SAR"
H συνάντηση πραγματοποιηθηκε στην αίθουσα Κ1-13 του Καυτανζογλείου Εθνικού σταδίου.

Τρίτη 2 Ιουνίου 2009

Walt Disney - 1922

η εταιρια Laugh-o-Gram με τον Walt Disney κανει το ντεμπουτο της αυτη τη χρονια με αυτα τα καρτουν!


Little Red Riding Hood (1922)
Release Date - July 29, 1922
The traditional story of the little girl bringing treats to her grandma (in this case donuts with shotgun-created holes) with the "wolf" as a dapper gentleman in a flivver and her rescuer a passing aviator.
Director : Walt Disney
Animation : Rudolph Ising
Based on the story "Little Red Riding Hood."


The Four Musicians Of Bremen - 1922
Release Date - August 1, 1922
The four animal musicians take up arms and defeat a town who doesn't care for their presence.
Director : Walt Disney
Animation:Walt Disney,Rudolph Ising


Puss in Boots
Release Date - November 3, 1922
In a split from the original story, the titled cat helps the young boy win the heart of the Princess by enlisting him in a bullfight.
Director : Walt Disney
Αnimation:Walt Disney,Rudolph Ising,Hugh Harman,Carman "Max" Maxwell,Lorey Tague, Otto Walliman
Based on a story by Charles Perrault, "Puss in Boots."


Cinderella
Release Date - December 6, 1922
The traditional story with Cinderella as a 1920's flapper
Director : Walt Disney
Animation:Walt Disney,Ub Iwerks,Rudolph Ising,Hugh Harman,Carman "Max" Maxwell, Lorey Tague,Otto Walliman
Based on a story by Charles Perrault, "Cinderella."


Tommy Tucker's Tooth
Release Date - December 6, 1922
One boy, Tommy Tucker, brushes his teeth correctly while another, Jimmie Jones, does not. Tommy gets a job because of his appearance teaching Jimmie a lesson about proper tooth care.
Director : Walt Disney
Camera : Walt Pfeiffer

Επισης, γυριζουν και τα Jack and the Beanstalk,Goldie Locks and the Three Bears τα οποια ομως δεν υπαρχουν διαθεσιμα.

The Tower of Babel (Rotterdam)



Pieter Bruegel the Elder ca. 1520 – 1569
The Tower of Babel (Rotterdam)
oil on panel (60 × 75 cm) — 1563
Museum Boijmans Van Beuningen, Rotterdam

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Συννεφα : Cirrus

Cirrus Clouds
thin and wispy

Η πιό κοινή μορφή υψηλού επιπέδου σύννεφων είναι τα λεπτά και ντελικάτα cirrus σύννεφα. Χαρακτηριστικά βρισκετε σε ύψη μεγαλύτερα από 20.000 πόδια (6.000 μέτρα).Τα cirrus σύννεφα αποτελούνται από κρύσταλλα πάγου που προέρχονται από το πάγωμα σταγονίδιων ύδατος.Τα Cirrus εμφανίζονται γενικά σε καλο καιρό και δείχνουν την κατεύθυνση της μετακίνησης του αέρα στην ανύψωσή τους.

αυτα που φαινονται στο πανω μερος του ουρανου στην πρωτη φωτογραφια







περισσότερες φωτογραφίες εδώ

Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΩΝ ΓΑΤΩΝ


Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΩΝ ΓΑΤΩΝ
του Emile Zola

Απόδοση: Τζέλη Κατσίκα

Ήμουν τότε, μόνο δύο χρονών και μπορώ να πω ότι ήμουν η πιο χοντρή και αφελής γάτα που υπήρχε. Αν και ήμουν σ’ αυτή την τρυφερή ηλικία, εν τούτοις είχα όλη την αλαζονεία ενός ζωντανού, που περιφρονεί τη θαλπωρή του σπιτιού.
Πόσο τυχερή ήμουν, πράγματι, που η θεία πρόνοια μου είχε προσφέρει για να μένω, το σπίτι της θείας σου ! Αυτή η γυναίκα με λάτρευε. Είχα, στο βάθος της ντουλάπας, ένα κανονικό υπνοδωμάτιο, με πουπουλένια μαξιλάρια και τριπλά μαλακά σκεπάσματα. Η τροφή μου ήταν εξίσου εξαιρετική ! Ποτέ σκέτο ψωμί, ή σούπα αλλά πάντοτε καλοδιαλεγμένο φρέσκο κρέας.
Λοιπόν, μέσα σ’ όλο αυτό το πλούτο, είχα μόνο μια έντονη επιθυμία, ένα όνειρο ! Κι αυτό ήταν να γλιστρήσω έξω από το παράθυρο, να δραπετεύσω και να βρεθώ πάνω στις στέγες! Τα χάδια μ’ ενοχλούσαν και το μαλακό μου κρεβάτι μούφερνε ναυτία.
Από την άλλη, ήμουν τόσο χοντρή που σιχαινόμουν τον εαυτό μου και με δυο λόγια είχα βαρεθεί να είμαι όλη μέρα τόσο ευτυχισμένη...
Πρέπει να σου πω, ότι μια φορά, τεντώνοντας λίγο το λαιμό μου είχα δει μια στέγη, ακριβώς έξω από το παραάθυρό μου. Εκείνη την ημέρα, τέσσερις γάτες έπαιζαν εκεί πάνω, η μια με την άλλη. Με τις ουρές τους σηκωμένες όρθιες και τη γούνα τους καρφί έπαιζαν πάνω στους μπλε σχιστόλιθους της ταράτσας, που τους έψηνε ο ήλιος, με όλη την ευτυχία ζωγραφισμένη στα μάτια τους...
Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα ένα τόσο εξαιρετικό θέαμα. Και από τότε είχα μια έμμονη ιδέα και πεποίθηση ότι εκεί έξω, πάνω σ’ αυτή τη στέγη υπήρχε η πραγματική ευτυχία. Εκεί έξω, πέρα απ’ αυτό το παράθυρο που ήταν πάντα τόσο προσεκτικά κλεισμένο. Σε απόδειξη αυτού του ισχυρισμού, θυμήθηκα ότι η πόρτα του ντουλαπιού μέσα στο οποίο η καλή γυναίκα φύλαγε το κρέας, ήταν το ίδιο προσεκτικά κλεισμένη...!
Πήρα τη μεγάλη απόφαση να φύγω ! Στο κάτω-κάτω, θα πρέπει να υπάρχουν κι άλλα πράγματα στη ζωή, πέρα από ένα αναπαυτικό κρεβάτι. Εκεί έξω, υπάρχει το άγνωστο, το ελκυστικό, το ιδανικό...!
Και ξαφνικά, μια μέρα ξέχασαν το πράθυρο της κουζίνας ανοιχτό...
Έδωσα ένα σάλτο και βρέθηκα στη στέγη ακριβώς απέναντι. Το πόσο όμορφες ήταν οι στέγες των σπιτιών, δεν μπορώ να σου πω. Τα πλατιά γείσα που πλαισίωναν τις σκεπές των σπιτιών ανέδιδαν ερεθιστικές μυρωδιές. Ακολούθησα προσεκτικά αυτά τα γείσα μέσα στα οποία οι απαλές πατούσες μου βυθίστηκαν σε μια εξαιρετική λάσπη που ήταν χλιαρή και είχε μια ατέλειωτα γλυκιά μυρωδιά. Ένοιωσα σαν να περπατάω πάνω σε βελούδο ! Και ο ήλιος έλαμπε και μια ευεργετική ζεστασιά χάιδευε το στρουμπουλό και αναφουφουλιασμένο από τη χαρά κορμί μου.
Δεε θα σου κρύψω, βέβαια, το γεγονός ότι όλη την ώρα έτρεμα. Υπήρχε κάτι που επισκίαζε την ευτυχία μου.
Θυμάμαι ιδιαίτερα, την τρομερή συναισθηματική αναστάτωση, που μάλιστα μ’ έκανε να χάσω και τον βηματισμό μου πάνω στις πλάκες, που μου προξένησε η παρουσία τριών γεροδεμένων αρσενικών γάτων, οι οποίοι κύλησαν από την κορφή της στέγης με κραυγές ενθουσιασμού...
Όσο για μένα, όταν έδειξα σημάδια φόβου, μου είπαν ότι ήμουν μια χαζή χοντρή χήνα και επέμειναν ότι τα νιαουρητά τους δεν ήταν παρά μόνο γέλια. Αποφάσισα να τους μιμηθώ και άρχισα και γω να ουρλιάζω. Μου φάνηκε πολύ αστείο, παρόλο που, αυτά τα τρία παλικάρια δεν ήταν τόσο παχιά σαν εμένα και γέλασαν κοροϊδευτικά όταν με είδαν να κυλάω σαν μπάλα πάνω στη ζεστή από τον ήλιο στέγη.
Ένας πολύ γοητευτικός και αρρενωπός γάτος, μέλος αυτής της παλιοπαρέας με τίμησε ιδιαίτερα με τη φιλία του. Προσφέρθηκε να με φροντίσει όσον αφορά την επιμόρφωσή μου, μια προσφορά που δέχθηκα αμέσως με ευγνωμοσύνη.
Ω, πόσο μακρινές μου φαίνοντα εκείνη τη στιγμή όλες οι ανέσεις που μου προσέφερε η θεία σου ! Μέχρι που ήπια νερό από τα ρυάκια του δρόμου και μου φάνηκε δύο φορές πιο νόστιμο από το γλυκό γάλα του σπιτιού. Όλα ήταν φανταστικά !
Μια θηλυκιά γάτα μας προσπέρασε, μια πραγματική καλλονή και η θέα της με γέμισε με παράξενα συναισθήματα. Μέχρι τότε, μόνο στον ύπνο μου είχα δει ένα τέτοιο θεσπέσιο πλάσμα με τόσο φανταστικά καλοσχηματισμένα οπίσθια ! Οι τρεις σύντροφοί μου και γω προχωρήσαμε βιαστικά για να συναντήσουμε τη θεσπέσια αυτή ύπαρξη. Προπορευόμουν των τριών για να επιδώσω στο γοητευτικό θηλυκό τα διαπιστευτήριά μας. Αλλά ξαφνικά, ένας από τους συντρόφους μου, μου ριξε μια τόσο δυνατή δαγκωνιά στο λαιμό που μ’ έκανε να βγάλω κραυγές πόνου.
«Εεε, τί γίνεται εδώ;» επενέβη αμέσως ο προστάτης μου τραβώντας με συγχρόνως παράμερα.
«Έλα, δεν πειράζει, θα συναντήσουμε πολλές τέτοιες κυρίες και θα μπορέσεις να μιλήσεις μαζί τους. Πάμε τώρα».
Ύστερα από μιας ώρας περπάτημα, είχα μια λυσσασμένη όρεξη...!
«χμμ... και τι τρώμε πάνω σ’ αυτές τις όμορφες στέγες;» ρώτησα τον γοητευτικό φίλο μου. «Ό,τι βρίσκουμε», απάντησε εκείνος λακωνικά. Η απάντηση αυτή μ’ έκανε λίγο σκεπτική γιατί, καθώς δεν ήμουν κυνηγιάρα δεν μπορούσα να βρω τίποτα.
Τελικά, κοιτάζοντας μέσα από ένα φεγγίτη είδα έναν νεαρό εργάτη που ετοίμαζε το πρωϊνό του. Πάνω στο τραπέζι, ακριβώς μπροστά στο περβάζι του παράθυρου, μια ιδιαίτερα ζουμερή και κόκκινη μπριζόλα με κοίταζε και την κοίταζα.
«Να μια ευκαιρία για μένα...» σκέφθηκα μάλλον αφελώς, και δίνοντας ένα σάλτο πάνω στο τραπέζι άρπαξα τη μπριζόλα ! Αλλά, δυστυχώς, ο εργάτης με είδε και αρπάζοντας και κείνος μια σκούπα μου τις έβρεξε για τα καλά στη ράχη μου. Πέταξα το κρέας από το στόμα μου και βρίζοντας χυδαία... έφυγα τρέχοντας.
«Μα που ζεις εσύ;» με ρώτησε ο φίλος μου, «δεν ξέρεις ότι το κρέας πάνω στα τραπέζια, είναι μόνο για να το βλέπουμε από μακριά; Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ψάχνουμε στα σκουπίδια...».
Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί το κρέας της κουζίνας δεν ανήκει ...και στις γάτες... Το στομάχι μου είχε αρχίσει να διαμαρτύρεται έντονα. Ο όμορφος γάτος προσπάθησε να με παρηγορήσει λέγοντάς μου πως έπρεπε να περιμένουμε μέχρι το βράδυ. Μετά, είπε, θα πηδούσαμε από τις στέγες κάτω στο δρόμο και ψάχναμε για τροφή στους σωρούς των σκουπιδιών. «Θα περιμένουμε τη νύχτα» επιβεβαίωσε ήρεμα σαν φιλόσοφος γάτος που ήταν ο φίλος μου. Αλλά για μένα, η σκέψη και μόνο αυτής της παρατεταμένης νηστείας μ’ έκανε να λιποθυμήσω.
Η νύχτα έπεσε αργά, μαζί με μια καταχνιά και μια ψύχρα που μ’ έκανε να τουρτουρίζω. Αλλά τα πράγματα χειροτέρεψαν λίγο αργότερα όταν άρχισε να βρέχει. Μια ψιλή διαπεραστική βροχή, που μαζί με το δυνατό ουρλιαχτό του αέρα μας μαστίγωνε ανελέητα.
Ξαφνικά οι δρόμοι μου φάνηκαν απελπιστικοί. Δεν είχε μείνει τίποτα από την ωραία ζεστασιά του μεγάλου ήλιου, πάνω στις στέγες όπου κανείς μπορεί να παίξει τόσο ευχάριστα. Οι τρυφερές πατούσες μου γλίστραγαν πάνω σ’ αυτά τα...σιχαμένα πεζοδρόμια και άρχισα να σκέφτομαι με κάποια νοσταλγία τα τριπλά μου σκεπάσματα και τα πουπουλένια μαξιλάρια μου. Μόλις που είχαμε φθάσει στο δρόμο και ο ωραίος φίλος μου, άρχισε να τρέμει, μαζεύτηκε έγινε μικρός, πολύ μικρός και άρχισε να περνάει αθόρυβα και κρυφά τους τοίχους των σπιτιών συμβουλεύοντας και μένα, μέσα απ’ τα δόντια του να κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ. Όταν καταφέραμε και φθάσαμε στο κεφαλόσκαλο μιας εξώπορτας κρύφτηκε πίσω απ’ αυτήν και άρχισε να ρονρονίζει ικανοποιημένος. Όταν τον ρώτησα προς τι αυτή η παράξενη συμπεριφορά μου είπε: «βλέπεις αυτόν εκεί τον άνθρωπο με το αγκίστρι και με το καλάθι;» «τον βλέπω» του απάντησα, «ε, λοιπόν αν μας είχε δει, θα μας είχε πιάσει θα μας είχε ψήσει στη θράκα και θα μας είχε φάει!».
«Θα μας είχε ψήσει στη θράκα και θα μας είχε φάει;;;» αναφώνησα κατατρομαγμένη και αυτόματα μίκρυνα το σώμα μου σαν για να προγυλαχτώ από κάτι. Μα τότε, οι δρόμοι αυτοί δεν είναι για κάποιους σαν εμάς. Όχι απλά δεν μπορούμε να φάμε αλλά αντιθέτως μας τρώνε...! ή ο φίλος μου ο γάτος θέλησε να με τρομάξει υπερβολικά για να προσέχω... ή ακόμα ένοιωθε πιο πολύ σαν ψάρι παρά σαν γάτος, γιατί ο άνθρωπος που μου έδειξε ήταν ένας ψαράς!
Στο μεταξύ, είχαν αρχίσει να βγάζουν έξω, στις άκρες του δρόμου, τα σκουπίδια. Τα παρατηρούσα όλο και με μεγαλύτερη απελπισία. Το μόνο που βρήκα ήταν δυο τρία στεγνά κόκαλα που προφανώς τα είχαν πετάξει εκεί ανάμεσα στις στάχτες. Και τότε ακριβώς και σε κείνο το μέρος έκανα την πικρή διαπίστωση του πόσο λαχταριστό πραγματικά και ελκυστικό μπορεί να είναι ένα πιάτο φρέσκο κρέας !
Ο φίλος μου λοιπόν, σκαρφάλωσε πάνω στους σωρούς των σκουπιδιών με μια τέλεια τεχνική. Εγώ δε, αναγκάστηκα να σκαλίζω δεξιά και αριστερά όλη τη νύχτα ψάχνοντας με μεγάλη προσοχή κάθε πέτρα στο καλντερίμι του δρόμου και μάλιστα χωρίς καμιά βιασύνη.
Μετά από δέκα ώρες ασταμάτητης βροχής όμως, ολόκληρο το σώμα μου άρχισε να τρέμει. Να πάρει η ευχή, σκέφτηκα, δεν θέλω ούτε το δρόμο ούτε την ελευθερία μου. Πόσο λαχταρώ τη φυλακή μου !
Όταν ξημέρωσε, το όμορφο αρσενικό που ήταν παρέα μου, παρατήρησε πως είχα αδυνατίσει.
«Κουράστηκες ε;» με ρώτησε με παράξενο ύφος.
«Κουράστηκα πολύ», του απάντησα
«Θέλεις να γυρίσεις σπίτι σου;»
«Ασφαλώς και θέλω αλλά πως μπορώ τώρα να βρω το δρόμο;»
«Έλα δω κοντά μου» μου είπε το χαριτωμένο και καλόκαρδο αυτό αρσενικό και συνέχισε: «χθες το πρωϊ όταν σε είδα να βγαίνεις από το παράθυρο, κατάλαβα αμέσως πως μια χοντρή γάτα σαν κι εσένα δεν είναι φτιαγμένη για τις χαρές και τις απολαύσεις της ελευθερίας. Ξέρω που μένεις, μπορώ να σε πάω μέχρι τη πόρτα του σπιτιού σου».
Όλα αυτά τα είπε με τον πιο απλό και ήρεμο τρόπο ο όμορφος και αξιοπρεπής αυτός ο φίλος μου και όταν τελικά φθάσαμε μπροστά στο σπίτι μου, χωρίς το παραμικρό ίχνος συγκίνησης μου είπε: «Αντίο λοιπόν!». «Όχι, όχι περίμενε» διαμαρτυρήθηκα, «δεν θα σε αφήσω έτσι. Θα έρθεις μαζί μου. Θα μοιραστούμε και το κρεβάτι μου και το φαϊ μου. Η κυρία μου είναι μια πολύ καλή γυναίκα...». Εκείνος όμως δεν με άφησε να τελειώσω τη φράση μου, «σταμάτα» μου είπε απότομα, «θα πρέπει νασαι τρελή! Εγώ θα πέθαινα μέσα σ’ αυτή την αποπνικτική και πουπουλένια ατμόσφαιρα που ζεις εσύ. Οι ελεύθερες γάτες, ποτέ δεν θα διάλεγαν τις ανέσεις σου και τα πουπουλένια κρεβάτια σου με κόστος το περιορισμό τους μέσα στο σπίτι, θάταν σκέτη φυλακή! Αντίο λοιπόν».
Μ’ αυτές τις λέξεις σκαρφάλωσε ξανά στη στέγη. Είδα την περήφανη και λεπτή σιλουέτα του να ανατριχιάζει ευχάριστα καθώς αισθανόταν πάλι την πρώτη ζεστασιά του πρωϊνού ήλιου.
Όταν μπήκα στο σπίτι, η θεία σου μου έκανε αυστηρές συστάσεις περί πειθαρχίας και με τιμώρησε με το τρόπο της. Μια τιμωρία που δέχτηκα με τη μεγαλύτερη χαρά... και ζεστασιά και ενώ εκείνη μου έδινε τα πιο μαλακά χτυπήματα για να με τιμωρήσει εγώ σκεφτόμουν το ζουμερό κρέας που θα μου έδινε αμέσως μετά...
Βλέπεις, κι αυτή είναι μια δεύτερη σκέψη, που έκανα καθώς τέντωνα το ταλαιπωρημένο μου κορμί μπροστά από τη φωτιά, βλέπεις λοιπόν η πραγματική ευτυχία, ο παράδεισος είναι εκεί όπου κάποιος μπορεί να βρει ένα καλό αφεντικό και ένα ζεστό πιάτο φαί, έστω και λίγη τιμωρία και λίγη φυλακή...
Αλλά μη ξεχνάς πως μιλάω για γάτες!